πλευρεκτομία

πλευρεκτομία
η мед. резекция ребра

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "πλευρεκτομία" в других словарях:

  • πλευρεκτομία — η αφαίρεση πλευράς ή πλευρών του θώρακα: Η φυματίωση συχνά επιβάλλει την πλευρεκτομία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πλευρεκτομία — η, Ν βλ. πλευρεκτομή …   Dictionary of Greek

  • πλευρεκτομή — και πλευρεκτομία, η, Ν ιατρ. η αφαίρεση τμήματος ή ολόκληρης πλευράς, σε θωρακοπλαστική, σε εγχειρήσεις τών επινεφριδίων κ.ά. χειρουργικές επεμβάσεις …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»